Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπόλαμπρος
ὑπολάμπω
ὑπόλαμψις
ὑπολανθάνω
ὑπολάπαρος
ὑπολαπάσσω
ὑπολέγω
ὑπολέθριος
ὑπολείβω
ὑπόλειμμα
ὑπολειπτέον
ὑπολειπτικός
ὑπολείπω
ὑπολειτουργός
ὑπόλειψις
ὑπόλεπρος
ὑπολεπτολόγος
ὑπόλεπτος
ὑπολεπτύνω
ὑπολευκαίνομαι
ὑπολευκανθίζω
View word page
ὑπολειπτέον
one must leave remaining

ShortDef

one must leave remaining

Debugging

Headword:
ὑπολειπτέον
Headword (normalized):
ὑπολειπτέον
Headword (normalized/stripped):
υπολειπτεον
IDX:
92003
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-92004
Key:

Data

{'content': 'one must leave remaining'}