Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπολακτίζω
ὑπολαλέω
ὑπολαμβάνω
ὑπολαμπάς
ὑπολαμπής
ὑπόλαμπρος
ὑπολάμπω
ὑπόλαμψις
ὑπολανθάνω
ὑπολάπαρος
ὑπολαπάσσω
ὑπολέγω
ὑπολέθριος
ὑπολείβω
ὑπόλειμμα
ὑπολειπτέον
ὑπολειπτικός
ὑπολείπω
ὑπολειτουργός
ὑπόλειψις
ὑπόλεπρος
View word page
ὑπολαπάσσω
empty from below, purge

ShortDef

empty from below, purge

Debugging

Headword:
ὑπολαπάσσω
Headword (normalized):
ὑπολαπάσσω
Headword (normalized/stripped):
υπολαπασσω
IDX:
91998
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91999
Key:

Data

{'content': 'empty from below, purge'}