Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποκύκλιος
ὑπόκυκλος
ὑποκυμαίνω
ὑποκυματίζω
ὑποκύπτω
ὑποκυρτόομαι
ὑπόκυρτος
ὑπόκυφος
ὑποκυφώνιον
ὑποκύω
ὑποκωθωνίζομαι
ὑποκώλιον
ὑποκωμῳδέω
ὑπόκωφος
ὑπολάζυμαι
ὑπολαιμίζω
ὑπολαΐς
ὑπολακτίζω
ὑπολαλέω
ὑπολαμβάνω
ὑπολαμπάς
View word page
ὑποκωθωνίζομαι
indulge in deep potations

ShortDef

indulge in deep potations

Debugging

Headword:
ὑποκωθωνίζομαι
Headword (normalized):
ὑποκωθωνίζομαι
Headword (normalized/stripped):
υποκωθωνιζομαι
IDX:
91981
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91982
Key:

Data

{'content': 'indulge in deep potations'}