Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποκρέκω
ὑποκρεμάννυμι
ὑπόκρημνος
ὑπόκρηνος
ὑποκρητηρίδιον
ὑποκρίζω
ὑποκρίνω
ὑποκρισία
ὑπόκρισις
ὑποκριτήρ
ὑποκριτής
ὑποκριτικός
ὑπόκρουσις
ὑποκρούω
ὑποκρύπτω
ὑποκρύφιος
ὑπόκρυφος
ὑποκρώζω
ὑποκτυπέω
ὑποκυάνεος
ὑποκυβερνάω
View word page
ὑποκριτής
an interpreter, actor

ShortDef

an interpreter, actor

Debugging

Headword:
ὑποκριτής
Headword (normalized):
ὑποκριτής
Headword (normalized/stripped):
υποκριτης
IDX:
91959
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91960
Key:

Data

{'content': 'an interpreter, actor'}