Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποκόρισμα
ὑποκορισμός
ὑποκοριστικός
ὑποκοσμήτης
ὑποκουρίζομαι
ὑποκουφίζω
ὑπόκουφος
ὑποκρατηρίδιον
ὑποκρατήριον
ὑποκράτησις
ὑποκρέκω
ὑποκρεμάννυμι
ὑπόκρημνος
ὑπόκρηνος
ὑποκρητηρίδιον
ὑποκρίζω
ὑποκρίνω
ὑποκρισία
ὑπόκρισις
ὑποκριτήρ
ὑποκριτής
View word page
ὑποκρέκω
to answer in sound

ShortDef

to answer in sound

Debugging

Headword:
ὑποκρέκω
Headword (normalized):
ὑποκρέκω
Headword (normalized/stripped):
υποκρεκω
IDX:
91949
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91950
Key:

Data

{'content': 'to answer in sound'}