Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποκόνισις
ὑποκονίω
ὑπόκοπος
ὑπόκοπρος
ὑποκόπτω
ὑποκορίζομαι
ὑποκόρισις
ὑποκόρισμα
ὑποκορισμός
ὑποκοριστικός
ὑποκοσμήτης
ὑποκουρίζομαι
ὑποκουφίζω
ὑπόκουφος
ὑποκρατηρίδιον
ὑποκρατήριον
ὑποκράτησις
ὑποκρέκω
ὑποκρεμάννυμι
ὑπόκρημνος
ὑπόκρηνος
View word page
ὑποκοσμήτης
under-cosmetes

ShortDef

under-cosmetes

Debugging

Headword:
ὑποκοσμήτης
Headword (normalized):
ὑποκοσμήτης
Headword (normalized/stripped):
υποκοσμητης
IDX:
91942
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91943
Key:

Data

{'content': 'under-cosmetes'}