Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Ἀντισθένειοι
Ἀντισθένης
Ἀντισθενισμός
ἀντίσιγμα
ἀντισιωπάω
ἀντισκαιωρέω
ἀντισκευάζομαι
ἀντίσκηνος
ἀντίσκιος
ἀντισκοτέω
ἀντισκότησις
ἀντισκώπτω
ἀντισόομαι
ἀντισοφίζομαι
ἀντισοφιστής
ἀντίσπασις
ἀντίσπασμα
ἀντισπασμός
ἀντισπαστέον
ἀντισπαστικός
ἀντίσπαστος
View word page
ἀντισκότησις
obstruction
ShortDef
obstruction
Debugging
Headword:
ἀντισκότησις
Headword (normalized):
ἀντισκότησις
Headword (normalized/stripped):
αντισκοτησις
IDX:
9193
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9194
Key:
Data
{'content': 'obstruction'}