Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποκεντέω
ὑποκέραμος
ὑποκερχαλέος
ὑποκεφάλαιον
ὑποκήρυγμα
ὑποκηρύσσω
ὑποκιθαρίζω
ὑποκιναιδέω
ὑποκινδυνεύω
ὑποκίνδυνος
ὑποκινέω
ὑποκίνυμι
ὑποκινύρομαι
ὑποκίρναμαι
ὑπόκιρρος
ὑποκιρσόω
ὑποκιστίς
ὑπόκκινος
ὑποκλαγγάνω
ὑποκλαδόν
ὑποκλάζω
View word page
ὑποκινέω
to move lightly
ShortDef
to move lightly
Debugging
Headword:
ὑποκινέω
Headword (normalized):
ὑποκινέω
Headword (normalized/stripped):
υποκινεω
IDX:
91888
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91889
Key:
Data
{'content': 'to move lightly'}