Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποκάρφω
ὑποκαρώδης
ὑποκαταβαίνω
ὑποκαταβάλλω
ὑποκατάβασις
ὑποκαταγελάω
ὑποκατακλάω
ὑποκατακλείω
ὑποκατακλίνω
ὑποκατάκλισις
ὑποκαταλείπω
ὑποκαταπίπτω
ὑποκατάρατος
ὑποκατασκευάζω
ὑποκατασκευή
ὑποκατάστασις
ὑποκαταστάτης
ὑποκατάστατος
ὑποκαταστέλλω
ὑποκαταφρονέω
ὑποκαταχέω
View word page
ὑποκαταλείπω
leave behind
ShortDef
leave behind
Debugging
Headword:
ὑποκαταλείπω
Headword (normalized):
ὑποκαταλείπω
Headword (normalized/stripped):
υποκαταλειπω
IDX:
91846
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91847
Key:
Data
{'content': 'leave behind'}