Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποϊσχάνω
ὑποΐσχομαι
ὑποκαθαίρω
ὑποκάθαρσις
ὑποκαθέζομαι
ὑποκάθημαι
ὑποκαθίζω
ὑποκαθίημι
ὑποκάθισμα
ὑποκαθίσταμαι
ὑποκαθιστής
ὑποκαίω
ὑποκακοήθης
ὑποκαμίσιον
ὑποκαμπή
ὑποκάμπτω
ὑποκάπηλος
ὑποκαπνίζω
ὑποκάπνισμα
ὑποκαπνισμός
ὑποκαπνιστέον
View word page
ὑποκαθιστής
subsessor

ShortDef

subsessor

Debugging

Headword:
ὑποκαθιστής
Headword (normalized):
ὑποκαθιστής
Headword (normalized/stripped):
υποκαθιστης
IDX:
91819
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91820
Key:

Data

{'content': 'subsessor'}