Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὕποινος
ὑποϊππαρχέω
ὑποιστέον
ὑποιστός
ὑποϊσχάνω
ὑποΐσχομαι
ὑποκαθαίρω
ὑποκάθαρσις
ὑποκαθέζομαι
ὑποκάθημαι
ὑποκαθίζω
ὑποκαθίημι
ὑποκάθισμα
ὑποκαθίσταμαι
ὑποκαθιστής
ὑποκαίω
ὑποκακοήθης
ὑποκαμίσιον
ὑποκαμπή
ὑποκάμπτω
ὑποκάπηλος
View word page
ὑποκαθίζω
to place in ambush

ShortDef

to place in ambush

Debugging

Headword:
ὑποκαθίζω
Headword (normalized):
ὑποκαθίζω
Headword (normalized/stripped):
υποκαθιζω
IDX:
91815
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91816
Key:

Data

{'content': 'to place in ambush'}