Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποικουρία
ὑποιμώζω
ὕποινος
ὑποϊππαρχέω
ὑποιστέον
ὑποιστός
ὑποϊσχάνω
ὑποΐσχομαι
ὑποκαθαίρω
ὑποκάθαρσις
ὑποκαθέζομαι
ὑποκάθημαι
ὑποκαθίζω
ὑποκαθίημι
ὑποκάθισμα
ὑποκαθίσταμαι
ὑποκαθιστής
ὑποκαίω
ὑποκακοήθης
ὑποκαμίσιον
ὑποκαμπή
View word page
ὑποκαθέζομαι
lie in ambush
ShortDef
lie in ambush
Debugging
Headword:
ὑποκαθέζομαι
Headword (normalized):
ὑποκαθέζομαι
Headword (normalized/stripped):
υποκαθεζομαι
IDX:
91813
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91814
Key:
Data
{'content': 'lie in ambush'}