Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποθετέον
ὑποθετέος
ὑποθέτης
ὑποθετικός
ὑπόθετος
ὑποθέω
ὑποθεωρέω
Ὑποθῆβαι
ὑποθήγω
ὑποθηκάριος
ὑποθήκη
ὑποθηκιμαῖος
ὑπόθηλυς
ὑπόθημα
ὑποθημοσύνη
ὑποθήμων
ὑποθιγγάνω
ὑπόθλασμα
ὑποθλάω
ὑποθλίβω
ὑποθοιναρμόστρια
View word page
ὑποθήκη
a suggestion, counsel, warning, piece of advice
ShortDef
a suggestion, counsel, warning, piece of advice
Debugging
Headword:
ὑποθήκη
Headword (normalized):
ὑποθήκη
Headword (normalized/stripped):
υποθηκη
IDX:
91767
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91768
Key:
Data
{'content': 'a suggestion, counsel, warning, piece of advice'}