Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποθειάζω
ὑπόθεμα
ὑποθεματιαῖος
ὑποθέναρ
ὑποθεραπεύω
ὑποθερμαίνω
ὑπόθερμος
ὑπόθεσις
ὑποθετέον
ὑποθετέος
ὑποθέτης
ὑποθετικός
ὑπόθετος
ὑποθέω
ὑποθεωρέω
Ὑποθῆβαι
ὑποθήγω
ὑποθηκάριος
ὑποθήκη
ὑποθηκιμαῖος
ὑπόθηλυς
View word page
ὑποθέτης
one who suggests, prompter, adviser
ShortDef
one who suggests, prompter, adviser
Debugging
Headword:
ὑποθέτης
Headword (normalized):
ὑποθέτης
Headword (normalized/stripped):
υποθετης
IDX:
91759
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91760
Key:
Data
{'content': 'one who suggests, prompter, adviser'}