Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπόδρομος
ὑπόδρομος2
ὑπόδροσος
ὑποδρώω
ὑπόδυμα
ὑποδύομαι
ὑπόδυσις
ὑποδύσκολος
ὑποδύστροπος
ὑποδυσφορέω
ὑποδύσφορος
ὑποδυσώδης
ὑποδυσωπέομαι
ὑποδυτήριον
ὑποδύτης
ὑποδύω
ὑποδώριος
ὑποεικτός
ὑποεργεπιστάτης
ὑποζάκορος
ὑποζεύγνυμι
View word page
ὑποδύσφορος
rather impatient

ShortDef

rather impatient

Debugging

Headword:
ὑποδύσφορος
Headword (normalized):
ὑποδύσφορος
Headword (normalized/stripped):
υποδυσφορος
IDX:
91719
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91720
Key:

Data

{'content': 'rather impatient'}