Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποδράω
ὑποδρηστήρ
ὑπόδριμυς
ὑποδρομή
ὑπόδρομος
ὑπόδρομος2
ὑπόδροσος
ὑποδρώω
ὑπόδυμα
ὑποδύομαι
ὑπόδυσις
ὑποδύσκολος
ὑποδύστροπος
ὑποδυσφορέω
ὑποδύσφορος
ὑποδυσώδης
ὑποδυσωπέομαι
ὑποδυτήριον
ὑποδύτης
ὑποδύω
ὑποδώριος
View word page
ὑπόδυσις
getting under
ShortDef
getting under
Debugging
Headword:
ὑπόδυσις
Headword (normalized):
ὑπόδυσις
Headword (normalized/stripped):
υποδυσις
IDX:
91715
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91716
Key:
Data
{'content': 'getting under'}