Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπόδρα
ὑποδράσσομαι
ὑποδράω
ὑποδρηστήρ
ὑπόδριμυς
ὑποδρομή
ὑπόδρομος
ὑπόδρομος2
ὑπόδροσος
ὑποδρώω
ὑπόδυμα
ὑποδύομαι
ὑπόδυσις
ὑποδύσκολος
ὑποδύστροπος
ὑποδυσφορέω
ὑποδύσφορος
ὑποδυσώδης
ὑποδυσωπέομαι
ὑποδυτήριον
ὑποδύτης
View word page
ὑπόδυμα
tunic, undergarment

ShortDef

tunic, undergarment

Debugging

Headword:
ὑπόδυμα
Headword (normalized):
ὑπόδυμα
Headword (normalized/stripped):
υποδυμα
IDX:
91713
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91714
Key:

Data

{'content': 'tunic, undergarment'}