Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποδιήγησις
ὑπόδικος
ὑποδιμερής
ὑποδινέομαι
ὑποδιοικητής
ὑποδιπλάσιος
ὑποδιπλόω
ὑποδίπλωσις
ὑποδίφθερος
ὑποδιψάω
ὑποδίψιος
ὑπόδιψος
ὑποδμώς
ὑποδόκιον
ὑποδομή
ὑποδόντιος
ὑπόδοξος
ὑποδορά
ὑπόδοσις
ὑπόδουπος
ὑποδοχεῖον
View word page
ὑποδίψιος
exciting thirst in some degree

ShortDef

exciting thirst in some degree

Debugging

Headword:
ὑποδίψιος
Headword (normalized):
ὑποδίψιος
Headword (normalized/stripped):
υποδιψιος
IDX:
91689
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91690
Key:

Data

{'content': 'exciting thirst in some degree'}