Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποδιακρίνω
ὑποδιαλαμβάνω
ὑποδιαλείπω
ὑποδιανοέομαι
ὑποδιαπήγνυμαι
ὑποδιασπάομαι
ὑποδιαστολή
ὑποδιασύρω
ὑποδιατρίβω
ὑποδιαφθείρω
ὑποδιάφορος
ὑποδιδάσκαλος
ὑποδιδράσκω
ὑποδίδωμι
ὑποδιήγησις
ὑπόδικος
ὑποδιμερής
ὑποδινέομαι
ὑποδιοικητής
ὑποδιπλάσιος
ὑποδιπλόω
View word page
ὑποδιάφορος
subdivided

ShortDef

subdivided

Debugging

Headword:
ὑποδιάφορος
Headword (normalized):
ὑποδιάφορος
Headword (normalized/stripped):
υποδιαφορος
IDX:
91675
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91676
Key:

Data

{'content': 'subdivided'}