Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποδειρίς
ὑποδέκτης
ὑποδεκτικός
ὑποδελεάζω
ὑπόδεμα
ὑποδέμω
ὑποδεξίη
ὑποδέξιος
ὑπόδεξις
ὑποδερίς
ὑποδερματῖτις
ὑποδερμίς
ὑποδέρω
ὑποδεσίδιον
ὑπόδεσις
ὑπόδεσμα
ὑποδεσμεύω
ὑποδεσμέω
ὑποδέσμιος
ὑποδεσμίς
ὑποδεσμός
View word page
ὑποδερματῖτις
a disease of horses

ShortDef

a disease of horses

Debugging

Headword:
ὑποδερματῖτις
Headword (normalized):
ὑποδερματῖτις
Headword (normalized/stripped):
υποδερματιτις
IDX:
91631
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91632
Key:

Data

{'content': 'a disease of horses'}