Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀντίπτωμα
ἀντίπτωσις
ἀντιπτωτικός
ἀντίπυγος
ἀντιπυκτεύω
ἀντίπυλος
ἀντίπυργος
ἀντιπυργόω
ἀντιπυρσεύω
ἀντιρρέπω
ἀντιρρέω
ἀντιρρήγνυμι
ἀντίρρησις
ἀντιρρητέον
ἀντιρρητικός
ἀντιρρητορεύω
ἀντίρρινον
ἀντίρροια
ἀντιρροπή
ἀντιρροπία
ἀντίρροπος
View word page
ἀντιρρέω
flow
ShortDef
flow
Debugging
Headword:
ἀντιρρέω
Headword (normalized):
ἀντιρρέω
Headword (normalized/stripped):
αντιρρεω
IDX:
9161
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9162
Key:
Data
{'content': 'flow'}