Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑπογκόομαι
ὑπόγλαυκος
ὑπογλαύκωσις
ὑπογλαύσσω
ὑπόγλισχρος
ὑπογλουτίς
ὑπογλυκαίνω
ὑπόγλυκυς
ὑπογλώσσιος
ὑπογλωσσίς
ὑπόγλωσσον
ὑπόγλωσσος
ὑπογνάμπτω
ὑπογογγύζω
ὑπογογγυστής
ὑπογόνιον
ὑπόγραμμα
ὑπογραμματεία
ὑπογραμματεύς
ὑπογραμματεύω
ὑπογραμμός
View word page
ὑπόγλωσσον
horse-tongue, Ruscus Hypoglossum
ShortDef
horse-tongue, Ruscus Hypoglossum
Debugging
Headword:
ὑπόγλωσσον
Headword (normalized):
ὑπόγλωσσον
Headword (normalized/stripped):
υπογλωσσον
IDX:
91572
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91573
Key:
Data
{'content': 'horse-tongue, Ruscus Hypoglossum'}