Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποβλεπτικῶς
ὑποβλέπω
ὑποβλέφαρα
ὑποβλήδην
ὑπόβλημα
ὑποβλητέος
ὑπόβλητος
ὑποβλίττω
ὑποβλώψ
ὑποβοηθέω
ὑποβοηθός
ὑποβολεύς
ὑποβολή
ὑποβολιμαῖος
ὑποβομβέω
ὑποβορβόριον
ὑποβορβορύζω
ὑποβόσκομαι
ὑποβουκόλος
ὑπόβραγχος
ὑποβραχεῖν
View word page
ὑποβοηθός
subadjuva
ShortDef
subadjuva
Debugging
Headword:
ὑποβοηθός
Headword (normalized):
ὑποβοηθός
Headword (normalized/stripped):
υποβοηθος
IDX:
91521
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91522
Key:
Data
{'content': 'subadjuva'}