Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑποβιβλιοθηκοφύλαξ
ὑποβιβρώσκομαι
ὑποβινητιάω
ὑπόβλαισος
ὑποβλαστάνω
ὑποβλάττα
ὑποβλεπτικῶς
ὑποβλέπω
ὑποβλέφαρα
ὑποβλήδην
ὑπόβλημα
ὑποβλητέος
ὑπόβλητος
ὑποβλίττω
ὑποβλώψ
ὑποβοηθέω
ὑποβοηθός
ὑποβολεύς
ὑποβολή
ὑποβολιμαῖος
ὑποβομβέω
View word page
ὑπόβλημα
anything put under, bedding
ShortDef
anything put under, bedding
Debugging
Headword:
ὑπόβλημα
Headword (normalized):
ὑπόβλημα
Headword (normalized/stripped):
υποβλημα
IDX:
91515
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91516
Key:
Data
{'content': 'anything put under, bedding'}