Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποβατήρ
ὑποβδύλλω
ὑποβεβηκότως
ὑποβένθιος
ὑποβήσσω
ὑποβιβάζω
ὑποβιβασμός
ὑποβιβαστικός
ὑποβιβλιοθηκοφύλαξ
ὑποβιβρώσκομαι
ὑποβινητιάω
ὑπόβλαισος
ὑποβλαστάνω
ὑποβλάττα
ὑποβλεπτικῶς
ὑποβλέπω
ὑποβλέφαρα
ὑποβλήδην
ὑπόβλημα
ὑποβλητέος
ὑπόβλητος
View word page
ὑποβινητιάω
have aphrodisiac properties

ShortDef

have aphrodisiac properties

Debugging

Headword:
ὑποβινητιάω
Headword (normalized):
ὑποβινητιάω
Headword (normalized/stripped):
υποβινητιαω
IDX:
91507
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91508
Key:

Data

{'content': 'have aphrodisiac properties'}