Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑποβαστακτήρ
ὑποβατήρ
ὑποβδύλλω
ὑποβεβηκότως
ὑποβένθιος
ὑποβήσσω
ὑποβιβάζω
ὑποβιβασμός
ὑποβιβαστικός
ὑποβιβλιοθηκοφύλαξ
ὑποβιβρώσκομαι
ὑποβινητιάω
ὑπόβλαισος
ὑποβλαστάνω
ὑποβλάττα
ὑποβλεπτικῶς
ὑποβλέπω
ὑποβλέφαρα
ὑποβλήδην
ὑπόβλημα
ὑποβλητέος
View word page
ὑποβιβρώσκομαι
to be eaten away underneath

ShortDef

to be eaten away underneath

Debugging

Headword:
ὑποβιβρώσκομαι
Headword (normalized):
ὑποβιβρώσκομαι
Headword (normalized/stripped):
υποβιβρωσκομαι
IDX:
91506
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91507
Key:

Data

{'content': 'to be eaten away underneath'}