Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑπίσχομαι
ὑπίχνιος
ὑπναλέος
ὑπναπάτης
ὑπνηλός
ὑπνηρός
ὑπνίδιος
ὑπνίζω
ὑπνικός
ὑπνοδότειρα
ὑπνοδότης
ὑπνομαχέω
ὕπνον
ὑπνοποιέω
ὑπνοποιός
ὕπνος
Ὑπνοτράπεζος
ὑπνοφανής
ὑπνοφόβης
ὑπνοφόρος
ὑπνόω
View word page
ὑπνοδότης
giver of sleep
ShortDef
giver of sleep
Debugging
Headword:
ὑπνοδότης
Headword (normalized):
ὑπνοδότης
Headword (normalized/stripped):
υπνοδοτης
IDX:
91464
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91465
Key:
Data
{'content': 'giver of sleep'}