Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀντιπροσάγω
ἀντιπροσαμάομαι
ἀντιπροσβάλλομαι
ἀντιπρόσειμι
ἀντιπροσελαύνω
ἀντιπροσέρχομαι
ἀντιπροσκαλέομαι
ἀντιπροσκρίνω
ἀντιπροσκυνέω
ἀντιπρόσοψις
ἀντιπροσφέρω
ἀντιπροσφθέγγομαι
ἀντιπρόσωπος
ἀντιπρότασις
ἀντιπροτείνω
ἀντιπροτίθημι
ἀντιπροφέρω
ἀντίπρῳρος
ἀντιπταίω
ἀντίπτωμα
ἀντίπτωσις
View word page
ἀντιπροσφέρω
to bring near in turn

ShortDef

to bring near in turn

Debugging

Headword:
ἀντιπροσφέρω
Headword (normalized):
ἀντιπροσφέρω
Headword (normalized/stripped):
αντιπροσφερω
IDX:
9142
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-9143
Key:

Data

{'content': 'to bring near in turn'}