Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑπερωμία
ὑπερωμίας
ὑπερωνέομαι
ὑπερῷον
ὑπερῷος
ὑπέρωρος
ὑπερωρόφιος
ὑπερωτάω
ὑπερώτησις
ὑπεσθίω
ὑπεσταλμένως
ὑπετυμολογέω
ὑπεύδιος
ὑπεύθυνος
ὑπευθυντηρία
ὑπευλαβέομαι
ὑπευνάομαι
ὑπεφηβαρχέω
ὑπέχω
ὑπηέριος
ὑπηθέω
View word page
ὑπεσταλμένως
obscurely
ShortDef
obscurely
Debugging
Headword:
ὑπεσταλμένως
Headword (normalized):
ὑπεσταλμένως
Headword (normalized/stripped):
υπεσταλμενως
IDX:
91414
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91415
Key:
Data
{'content': 'obscurely'}