Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπερχαίρω
ὑπερχαλαστικός
ὑπερχαλάω
ὑπερχαρής
ὑπερχειλής
ὑπερχειρία
ὑπερχέω
ὑπερχθόνιος
ὑπερχλίω
ὑπερχολάω
ὑπέρχολος
ὑπέρχομαι
ὑπέρχρεως
ὑπερχρήματος
ὑπερχρονέω
ὑπερχρονίζω
ὑπερχρόνιος
ὑπέρχρονος
ὑπέρχυμα
ὑπέρχυσις
ὑπερχωρέω
View word page
ὑπέρχολος
exceedingly bilious

ShortDef

exceedingly bilious

Debugging

Headword:
ὑπέρχολος
Headword (normalized):
ὑπέρχολος
Headword (normalized/stripped):
υπερχολος
IDX:
91382
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91383
Key:

Data

{'content': 'exceedingly bilious'}