Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑπερφλέγω
ὑπέρφλοιος
ὑπερφλυαρέω
ὑπερφλύζω
ὑπερφοβέομαι
ὑπέρφοβος
ὑπερφορέω
ὑπερφρονέω
ὑπερφρόνησις
ὑπερφροντίζω
ὑπερφροσύνη
ὑπερφρύγιος
ὑπέρφρων
ὑπερφύεια
ὑπερφυής
ὑπερφυΐα
ὑπερφύομαι
ὑπερφυσάομαι
ὑπερφωνέω
ὑπερχαίρω
ὑπερχαλαστικός
View word page
ὑπερφροσύνη
arrogance
ShortDef
arrogance
Debugging
Headword:
ὑπερφροσύνη
Headword (normalized):
ὑπερφροσύνη
Headword (normalized/stripped):
υπερφροσυνη
IDX:
91363
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91364
Key:
Data
{'content': 'arrogance'}