Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπερφθίνομαι
ὑπερφθίνω
ὑπερφίαλος
ὑπερφιλέω
ὑπερφιλοσοφέω
ὑπερφιλότιμος
ὑπερφλεγμαίνω
ὑπερφλέγω
ὑπέρφλοιος
ὑπερφλυαρέω
ὑπερφλύζω
ὑπερφοβέομαι
ὑπέρφοβος
ὑπερφορέω
ὑπερφρονέω
ὑπερφρόνησις
ὑπερφροντίζω
ὑπερφροσύνη
ὑπερφρύγιος
ὑπέρφρων
ὑπερφύεια
View word page
ὑπερφλύζω
boil

ShortDef

boil

Debugging

Headword:
ὑπερφλύζω
Headword (normalized):
ὑπερφλύζω
Headword (normalized/stripped):
υπερφλυζω
IDX:
91356
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91357
Key:

Data

{'content': 'boil'}