Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπερτέλειος
ὑπερτελέω
ὑπερτελής
ὑπερτέλλω
ὑπερτενής
ὑπερτερέω
ὑπερτερία
ὑπερτερίη
ὑπέρτερος
ὑπερτετρακισχίλιοι
ὑπέρτεχνος
ὑπερτήκω
ὑπερτίθημι
ὑπερτιμάω
ὑπερτίμιος
ὑπερτοκέω
ὑπέρτολμος
ὑπερτόναιον
ὑπερτονέω
ὑπέρτονος
ὑπερτοξεύσιμος
View word page
ὑπέρτεχνος
exceedingly artificial

ShortDef

exceedingly artificial

Debugging

Headword:
ὑπέρτεχνος
Headword (normalized):
ὑπέρτεχνος
Headword (normalized/stripped):
υπερτεχνος
IDX:
91302
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91303
Key:

Data

{'content': 'exceedingly artificial'}