Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπέρτασις
ὑπέρτατος
ὑπερτείνω
ὑπερτέλειος
ὑπερτελέω
ὑπερτελής
ὑπερτέλλω
ὑπερτενής
ὑπερτερέω
ὑπερτερία
ὑπερτερίη
ὑπέρτερος
ὑπερτετρακισχίλιοι
ὑπέρτεχνος
ὑπερτήκω
ὑπερτίθημι
ὑπερτιμάω
ὑπερτίμιος
ὑπερτοκέω
ὑπέρτολμος
ὑπερτόναιον
View word page
ὑπερτερίη
upper part, awning, wagon-cover

ShortDef

upper part, awning, wagon-cover

Debugging

Headword:
ὑπερτερίη
Headword (normalized):
ὑπερτερίη
Headword (normalized/stripped):
υπερτεριη
IDX:
91299
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91300
Key:

Data

{'content': 'upper part, awning, wagon-cover'}