Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπέρσεμνος
ὑπερσεμνύνομαι
ὑπερσεύομαι
ὑπερσιτίζω
ὑπερσκελής
ὑπερσκληρως
ὑπερσοφιστεύω
ὑπερσοφιστής
ὑπέρσοφος
ὑπερσπεύδω
ὑπέρσπονδος
ὑπερσπουδάζω
ὑπέρσπουδος
ὑπερστατέω
ὑπερστείχω
ὑπερστένω
ὑπερστέργω
ὑπερστερητικός
ὑπερστίλβω
ὑπερσυνεχής
ὑπερσυντέλικος
View word page
ὑπέρσπονδος
truce-breaking

ShortDef

truce-breaking

Debugging

Headword:
ὑπέρσπονδος
Headword (normalized):
ὑπέρσπονδος
Headword (normalized/stripped):
υπερσπονδος
IDX:
91274
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91275
Key:

Data

{'content': 'truce-breaking'}