Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπερπολάζω
ὑπέρπολυς
ὑπερπονέω
ὑπέρπονος
ὑπερπόντιος
ὑπερπράξιον
ὑπερπράσσω
ὑπέρπτωχος
ὑπερπυππάζω
ὑπέρπυρος
ὑπερπυρριάω
ὑπερπώρωσις
ὑπερρέω
ὑπερρίπτω
ὑπερσαρκέω
ὑπέρσαρκος
ὑπερσάρκωμα
ὑπερσάρκωσις
ὑπερσέβω
ὑπερσέληνος
ὑπέρσεμνος
View word page
ὑπερπυρριάω
to blush scarlet for

ShortDef

to blush scarlet for

Debugging

Headword:
ὑπερπυρριάω
Headword (normalized):
ὑπερπυρριάω
Headword (normalized/stripped):
υπερπυρριαω
IDX:
91254
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91255
Key:

Data

{'content': 'to blush scarlet for'}