Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑπερπληθής
ὑπερπλημμυρέω
ὑπερπλήρης
ὑπερπληρόω
ὑπερπλήρωσις
ὑπερπλούσιος
ὑπερπλουτέω
ὑπερπνέω
ὑπερποθέω
ὑπερπολάζω
ὑπέρπολυς
ὑπερπονέω
ὑπέρπονος
ὑπερπόντιος
ὑπερπράξιον
ὑπερπράσσω
ὑπέρπτωχος
ὑπερπυππάζω
ὑπέρπυρος
ὑπερπυρριάω
ὑπερπώρωσις
View word page
ὑπέρπολυς
overmuch
ShortDef
overmuch
Debugging
Headword:
ὑπέρπολυς
Headword (normalized):
ὑπέρπολυς
Headword (normalized/stripped):
υπερπολυς
IDX:
91245
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91246
Key:
Data
{'content': 'overmuch'}