Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑπερπέτομαι
ὑπερπήγνυμαι
ὑπερπηδάω
ὑπερπήδησις
ὑπερπιαίνω
ὑπέρπικρος
ὑπερπίμπλημι
ὑπερπινω
ὑπερπίνω
ὑπερπίπτω
ὑπερπλάζω
ὑπερπλεονάζω
ὑπέρπλεος
ὑπέρπλεως
ὑπερπληθής
ὑπερπλημμυρέω
ὑπερπλήρης
ὑπερπληρόω
ὑπερπλήρωσις
ὑπερπλούσιος
ὑπερπλουτέω
View word page
ὑπερπλάζω
toss on high
ShortDef
toss on high
Debugging
Headword:
ὑπερπλάζω
Headword (normalized):
ὑπερπλάζω
Headword (normalized/stripped):
υπερπλαζω
IDX:
91231
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91232
Key:
Data
{'content': 'toss on high'}