Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑπερπερισσῶς
ὑπερπέσσω
ὑπερπετάννυμι
ὑπερπετής
ὑπερπέτομαι
ὑπερπήγνυμαι
ὑπερπηδάω
ὑπερπήδησις
ὑπερπιαίνω
ὑπέρπικρος
ὑπερπίμπλημι
ὑπερπινω
ὑπερπίνω
ὑπερπίπτω
ὑπερπλάζω
ὑπερπλεονάζω
ὑπέρπλεος
ὑπέρπλεως
ὑπερπληθής
ὑπερπλημμυρέω
ὑπερπλήρης
View word page
ὑπερπίμπλημι
to overfill
ShortDef
to overfill
Debugging
Headword:
ὑπερπίμπλημι
Headword (normalized):
ὑπερπίμπλημι
Headword (normalized/stripped):
υπερπιμπλημι
IDX:
91227
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91228
Key:
Data
{'content': 'to overfill'}