Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπερπερισσεύω
ὑπερπερισσῶς
ὑπερπέσσω
ὑπερπετάννυμι
ὑπερπετής
ὑπερπέτομαι
ὑπερπήγνυμαι
ὑπερπηδάω
ὑπερπήδησις
ὑπερπιαίνω
ὑπέρπικρος
ὑπερπίμπλημι
ὑπερπινω
ὑπερπίνω
ὑπερπίπτω
ὑπερπλάζω
ὑπερπλεονάζω
ὑπέρπλεος
ὑπέρπλεως
ὑπερπληθής
ὑπερπλημμυρέω
View word page
ὑπέρπικρος
exceeding sharp in temper

ShortDef

exceeding sharp in temper

Debugging

Headword:
ὑπέρπικρος
Headword (normalized):
ὑπέρπικρος
Headword (normalized/stripped):
υπερπικρος
IDX:
91226
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91227
Key:

Data

{'content': 'exceeding sharp in temper'}