Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑπεροψωνέω
ὑπερπαγής
ὑπερπαθέω
ὑπερπαθής
ὑπερπαίω
ὑπερπαλύνω
ὑπερπάσχω
ὑπερπαφλάχω
ὑπερπαχύνομαι
ὑπέρπαχυς
ὑπερπείθομαι
ὑπερπεινάω
ὑπερπέλομαι
ὑπερπενθέω
ὑπερπεπαίνομαι
ὑπερπεράω
ὑπερπερικλῆς
ὑπερπερισσεύω
ὑπερπερισσῶς
ὑπερπέσσω
ὑπερπετάννυμι
View word page
ὑπερπείθομαι
to be more than convinced
ShortDef
to be more than convinced
Debugging
Headword:
ὑπερπείθομαι
Headword (normalized):
ὑπερπείθομαι
Headword (normalized/stripped):
υπερπειθομαι
IDX:
91209
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91210
Key:
Data
{'content': 'to be more than convinced'}