Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπερόριος
ὑπερορισμός
ὑπεροριστέον
ὑπερόρκιος
ὑπερορμαίνω
ὑπερόρνυμαι
ὑπερορρωδέω
ὕπερος
ὑπερουράνιος
ὑπερούσιος
ὑπερουτάω
ὑπέροφρυς
ὑπεροχέω
ὑπεροχή
ὑπεροχικός
ὑπέροχος
ὑπεροψία
ὑπέροψις
ὑπεροψωνέω
ὑπερπαγής
ὑπερπαθέω
View word page
ὑπερουτάω
wound on account of

ShortDef

wound on account of

Debugging

Headword:
ὑπερουτάω
Headword (normalized):
ὑπερουτάω
Headword (normalized/stripped):
υπερουταω
IDX:
91191
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91192
Key:

Data

{'content': 'wound on account of'}