Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπέροινος
ὑπεροίομαι
ὑπεροκνέομαι
ὑπερομβρία
ὑπερόντως
ὑπέροξυς
ὑπεροπλία
ὑπεροπλίζομαι
ὑπεροπλίη
ὑπέροπλος
ὑπεροπτάω
ὑπεροπτέον
ὑπερόπτης
ὑπερόπτησις
ὑπεροπτικός
ὑπέροπτος
ὑπέροπτος2
ὑπερόρασις
ὑπεροράω
ὑπεροργίζομαι
ὑπεροργώντως
View word page
ὑπεροπτάω
over-bake, bake at too fierce a fire

ShortDef

over-bake, bake at too fierce a fire

Debugging

Headword:
ὑπεροπτάω
Headword (normalized):
ὑπεροπτάω
Headword (normalized/stripped):
υπεροπταω
IDX:
91167
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91168
Key:

Data

{'content': 'over-bake, bake at too fierce a fire'}