Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπεροιδαίνω
ὑπεροιδάω
ὑπεροικέω
ὑπεροικοδομέω
ὑπέροικος
ὑπέροινος
ὑπεροίομαι
ὑπεροκνέομαι
ὑπερομβρία
ὑπερόντως
ὑπέροξυς
ὑπεροπλία
ὑπεροπλίζομαι
ὑπεροπλίη
ὑπέροπλος
ὑπεροπτάω
ὑπεροπτέον
ὑπερόπτης
ὑπερόπτησις
ὑπεροπτικός
ὑπέροπτος
View word page
ὑπέροξυς
very acute

ShortDef

very acute

Debugging

Headword:
ὑπέροξυς
Headword (normalized):
ὑπέροξυς
Headword (normalized/stripped):
υπεροξυς
IDX:
91162
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91163
Key:

Data

{'content': 'very acute'}