Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑπέρνοος
ὑπερνοσέω
ὑπερνότιος
ὑπερξανθίζω
ὑπέρξανθος
ὑπερξηραίνω
ὑπέρξηρος
ὑπερογκέω
ὑπέρογκος
ὑπερόδιον
ὑπεροειδής
ὑπεροιδαίνω
ὑπεροιδάω
ὑπεροικέω
ὑπεροικοδομέω
ὑπέροικος
ὑπέροινος
ὑπεροίομαι
ὑπεροκνέομαι
ὑπερομβρία
ὑπερόντως
View word page
ὑπεροειδής
pestle-shaped
ShortDef
pestle-shaped
Debugging
Headword:
ὑπεροειδής
Headword (normalized):
ὑπεροειδής
Headword (normalized/stripped):
υπεροειδης
IDX:
91151
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91152
Key:
Data
{'content': 'pestle-shaped'}