Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπερνέω
ὑπερνεωλκέω
ὑπερνικάω
ὑπερνοέω
ὑπερνόησις
ὑπέρνοος
ὑπερνοσέω
ὑπερνότιος
ὑπερξανθίζω
ὑπέρξανθος
ὑπερξηραίνω
ὑπέρξηρος
ὑπερογκέω
ὑπέρογκος
ὑπερόδιον
ὑπεροειδής
ὑπεροιδαίνω
ὑπεροιδάω
ὑπεροικέω
ὑπεροικοδομέω
ὑπέροικος
View word page
ὑπερξηραίνω
dry up exceedingly

ShortDef

dry up exceedingly

Debugging

Headword:
ὑπερξηραίνω
Headword (normalized):
ὑπερξηραίνω
Headword (normalized/stripped):
υπερξηραινω
IDX:
91146
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91147
Key:

Data

{'content': 'dry up exceedingly'}