Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπερμάχησις
ὑπερμαχητικός
ὑπερμάχομαι
ὑπέρμαχος
ὑπέρμεγας
ὑπερμεγέθης
ὑπερμεθύσκομαι
ὑπερμενέων
ὑπερμενής
ὑπέρμεστος
ὑπερμετρέω
ὑπερμετρία
ὑπέρμετρος
ὑπερμετώπιος
ὑπερμήκης
ὑπερμιξολύδιος
ὑπερμισέω
ὑπέρμορον
ὑπερνέμομαι
ὑπερνέφελος
ὑπερνέω
View word page
ὑπερμετρέω
pass all measure

ShortDef

pass all measure

Debugging

Headword:
ὑπερμετρέω
Headword (normalized):
ὑπερμετρέω
Headword (normalized/stripped):
υπερμετρεω
IDX:
91126
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91127
Key:

Data

{'content': 'pass all measure'}