Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπερμαίνομαι
ὑπερμαχέω
ὑπερμάχησις
ὑπερμαχητικός
ὑπερμάχομαι
ὑπέρμαχος
ὑπέρμεγας
ὑπερμεγέθης
ὑπερμεθύσκομαι
ὑπερμενέων
ὑπερμενής
ὑπέρμεστος
ὑπερμετρέω
ὑπερμετρία
ὑπέρμετρος
ὑπερμετώπιος
ὑπερμήκης
ὑπερμιξολύδιος
ὑπερμισέω
ὑπέρμορον
ὑπερνέμομαι
View word page
ὑπερμενής
exceeding mighty, exceeding strong

ShortDef

exceeding mighty, exceeding strong

Debugging

Headword:
ὑπερμενής
Headword (normalized):
ὑπερμενής
Headword (normalized/stripped):
υπερμενης
IDX:
91124
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91125
Key:

Data

{'content': 'exceeding mighty, exceeding strong'}