Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑπέρλοφος
ὑπερλύδιος
ὑπερλυπέομαι
ὑπερμαζάω
ὑπέρμαζος
ὑπερμαίνομαι
ὑπερμαχέω
ὑπερμάχησις
ὑπερμαχητικός
ὑπερμάχομαι
ὑπέρμαχος
ὑπέρμεγας
ὑπερμεγέθης
ὑπερμεθύσκομαι
ὑπερμενέων
ὑπερμενής
ὑπέρμεστος
ὑπερμετρέω
ὑπερμετρία
ὑπέρμετρος
ὑπερμετώπιος
View word page
ὑπέρμαχος
a champion, defender

ShortDef

a champion, defender

Debugging

Headword:
ὑπέρμαχος
Headword (normalized):
ὑπέρμαχος
Headword (normalized/stripped):
υπερμαχος
IDX:
91119
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91120
Key:

Data

{'content': 'a champion, defender'}