Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑπερκλύζω
ὑπέρκλυσις
ὑπερκολακεύω
ὑπερκομίζω
ὑπέρκομπος
ὑπέρκοπος
ὑπερκοπόω
ὑπερκορέννυμι
ὑπερκορής
ὑπερκορύφωσις
ὑπερκόσμιος
ὑπέρκοτος
ὑπερκράζω
ὑπερκρατέω
ὑπερκρεμάννυμι
ὑπερκρίνομαι
ὑπέρκρισις
ὑπερκτάομαι
ὑπερκυάνεος
ὑπερκυβιστάω
ὑπερκύδαντας
View word page
ὑπερκόσμιος
supramundane
ShortDef
supramundane
Debugging
Headword:
ὑπερκόσμιος
Headword (normalized):
ὑπερκόσμιος
Headword (normalized/stripped):
υπερκοσμιος
IDX:
91088
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-91089
Key:
Data
{'content': 'supramundane'}